Λίγη φύση ακόμη όπως την ζούμε και την θαυμάζουμε...!!!!

BIOSAVE
Biotechnology
Environment

Η γεωργική πολιτική υπήρξε πάντα βασικός πυλώνας στην πορεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Κατά την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας, το πρώην άρθρο 39 της συνθήκης της Ρώμης όριζε τους στόχους της κοινής γεωργικής πολιτικής και προσδιόριζε ότι η γεωργία περιλαμβανόταν στην κοινή αγορά ως ολοκληρωμένη πολιτική.

Το 1960, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανέπτυξε την κοινή γεωργική πολιτική με την πολιτική των τιμών και των αγορών της. Το 1962, η Κοινότητα αποφάσισε να θεσπίσει μια πρώτη δέσμη γεωργικών μέτρων με τη δημιουργία έξι κοινών οργανώσεων αγοράς (ΚΟΑ) για τα εξής προϊόντα: δημητριακά, χοιρινό κρέας, οπωροκηπευτικά, κρασί, αυγά, πουλερικά. Για την ανάπτυξη της αρχής της χρηματοπιστωτικής αλληλεγγύης, που περιλαμβάνεται στη συνθήκη, συστάθηκε, το ίδιος έτος, το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Προσανατολισμού και Εγγυήσεων (ΕΓΤΠΕ) και εγκρίθηκαν οι κανόνες χρηματοδότησης.

Η ομάδα του ΕΛΚ-ΕΔ εργάστηκε δραστήρια για την ανάπτυξη της κοινής γεωργικής πολιτικής ως ολοκληρωμένης πολιτικής και συνέβαλε στις τρεις σημαντικότερες μεταρρυθμίσεις της: 

  • 1992: Συνθήκη της Ευρωπαϊκής Ένωσης (μεταρρύθμιση Mac Sharry).
  • 1995: Συμφωνία του Μαρακές στο πλαίσιο της Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου (GATT) (γύρος Ουρουγουάης).
  • 1999: Πρόγραμμα Δράσης 2000.

Τα εργαλεία της κοινής γεωργικής πολιτικής είναι:

  • Η πολιτική αγορών (ΚΟΑ).
  • Η κοινωνικοδιαρθρωτική και γεωργική πολιτική, η οποία, με τη στήριξη της ομάδας του ΕΛΚ-ΕΔ, εξελίχθηκε σε δεύτερο πυλώνα της κοινής γεωργικής πολιτικής, με τη συμφωνία του Βερολίνου, τον Μάρτιο του 1999.
  • Η εναρμόνιση των εθνικών νομοθεσιών. 


Η ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ ΤΟΥ 1992

Με τη μεταρρύθμιση του 1992, γνωστή και ως μεταρρύθμιση Mac Sharry, η κοινή γεωργική πολιτική μετατρέπεται από πολιτική τιμών και προσανατολισμού των αγορών σε μια πολιτική που έχει ως βασικό στόχο τη διατήρηση του εισοδήματος των αγροτών. Πραγματοποιείται έτσι η μετάβαση από τις ενισχύσεις που αποβλέπουν στη διατήρηση των τιμών των γεωργικών προϊόντων στο καθεστώς των άμεσων ενισχύσεων.

Παράλληλα, με τη μεταρρύθμιση του 1992, η ευρωπαϊκή γεωργική πολιτική εξελίσσεται ως προς τις θέσεις που αφορούν την προστασία του περιβάλλοντος, τη διατήρηση του γεωργικού τοπίου και των οικογενειακών εκμεταλλεύσεων, καθώς και την εγκατάσταση νέων αγροτών.

Χάρη στη μεταρρύθμιση του 1992, η Ευρωπαϊκή Ένωση μπόρεσε να ολοκληρώσει διεθνείς εμπορικές διαπραγματεύσεις γεωργικού χαρακτήρα, όπως η συμφωνία του Μαρακές της 15ης Απριλίου του 1994, η οποία παραμένει σε ισχύ.

Η μεταρρύθμιση του 1992 δρομολόγησε μία διττή τάση, η οποία αναπτύχθηκε στη συνέχεια από το Πρόγραμμα Δράσης 2000: αφ' ενός προς την προοδευτική μείωση των εγγυημένων τιμών και την τάση προσέγγισή τους με τις διεθνείς τιμές, και αφ' ετέρου προς ένα σύνολο συνοδευτικών μέτρων, από τα οποία αξίζει να διακρίνουμε τις αγροτοπεριβαλλοντικές δράσεις.

Η μεταρρύθμιση του 1992 επέτρεψε τη βελτίωση των ισορροπιών των αγορών και τη μείωση των μεγάλων αποθεμάτων στην πλειονότητα των τομέων που υπόκεινται σε μεταβολές, ιδίως στους τομείς των δημητριακών και του βοδινού κρέατος.

Το εισόδημα των αγροτών εμφάνισε αύξηση 4,5% κατά μέσο όρο στο διάστημα από το 1992 έως το 1996.

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΣΥΝΟΔΟΣ ΤΟΥ ΒΕΡΟΛΙΝΟΥ ΚΑΙ Η ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΔΡΑΣΗΣ 2000

Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Βερολίνου, που πραγματοποιήθηκε στις 24 και 25 Μαρτίου του 1999, αποφάσισε την εμβάθυνση και την επέκταση της μεταρρύθμισης του 1992. Οι βασικοί στόχοι της μεταρρύθμισης αφορούσαν την προοδευτική αντικατάσταση των μέτρων διατήρησης και στήριξης των τιμών των γεωργικών προϊόντων με ένα καθεστώς άμεσων ενισχύσεων, συνοδευόμενο από μια συνεκτική γεωργική πολιτική και πολιτική αγροτικής ανάπτυξης.

Οι καταβαλλόμενες αντισταθμίσεις μέσω άμεσων ενισχύσεων αύξαναν συνεχώς στη βάση κατ' αποκοπήν πληρωμών ανά εκτάριο (δημητριακά, ελαιοπαραγωγικά φυτά, ρύζι, ορεινές και μειονεκτούσες περιοχές) ή μέσω διαρθρωτικών μέτρων (κρασί, οπωροκηπευτικά).

Οι προτεραιότητες του Προγράμματος Δράσης 2000 σχετικά με τον γεωργικό τομέα ήταν οι εξής:
  • Ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής γεωργίας, τόσο στην εσωτερική όσο και στη διεθνή αγορά, με στόχο την προετοιμασία της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη διεύρυνση και τις διαπραγματεύσεις του ΠΟΕ.
  • Ποιότητα και ασφάλεια των τροφίμων, ως θέματα στενά συνδεδεμένα με την ανταγωνιστικότητα των προϊόντων και την προστασία των καταναλωτών.
  • Προστασία του περιβάλλοντος και συμβατότητα των μεθόδων παραγωγής με τις απαιτήσεις της προστασίας του περιβάλλοντος και της καλής κατάστασης των ζώντων ζώων. Επιπλέον, οι αγρότες καλούνται να διαδραματίσουν βασικό ρόλο στη διαχείριση των φυσικών πόρων και στη διαφύλαξη του γεωργικού τοπίου.
  • Διασφάλιση δίκαιου βιοτικού επιπέδου για τον γεωργικό πληθυσμό. Ανάπτυξη των εννοιών της διαμόρφωσης και της ανακατανομής των ενισχύσεων στα εισοδήματα των αγροτών.
  • Διατήρηση των υπαρχουσών και δημιουργία συμπληρωματικών θέσεων εργασίας για τους αγρότες και τις οικογένειές τους.
  • Ιδιαίτερα σημαντικές είναι οι δράσεις που αφορούν την αγροτική ανάπτυξη, η οποία μετατρέπεται σε δεύτερο πυλώνα της κοινής γεωργικής πολιτικής.



ΟΙ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ
Οι δημοσιονομικές προοπτικές αποτελούν το πλαίσιο των κοινοτικών δαπανών στη διάρκεια μιας πολυετούς περιόδου. Στο Πρόγραμμα Δράσης 2000, η Επιτροπή πρότεινε ένα πλαίσιο αναφοράς διάρκειας επτά ετών: από το 2000 έως το 2006.

Στον γεωργικό τομέα, οι δημοσιονομικές προοπτικές διευρύνονται σε μια νέα πολιτική αγροτικής ανάπτυξης και κτηνιατρικών μέτρων, σε ένα γεωργικό προενταξιακό μέσο και σε ένα περιθώριο διαθεσιμότητας εν όψει της διεύρυνσης.

Στον τομέα της διαδικασίας του προϋπολογισμού, οι γεωργικές δαπάνες, με εξαίρεση αυτές που αφορούν την αγροτική ανάπτυξη, αποτελούν υποχρεωτικές δαπάνες. Ο προϋπολογισμός για τη γεωργία αποτελεί το ήμισυ σχεδόν του κοινοτικού προϋπολογισμού.

Δημοσιονομικές προοπτικές. Κατηγορία 1. Γεωργία.
-2000: 40.920 εκατομμύρια ευρώ (4.300 αγροτική ανάπτυξη)
-2001: 42.800 εκατομμύρια ευρώ (4.320 αγροτική ανάπτυξη)
-2002: 43.900 εκατομμύρια ευρώ (4.330 αγροτική ανάπτυξη)
-2003: 43.770 εκατομμύρια ευρώ (4.340 αγροτική ανάπτυξη)
-2004: 42.760 εκατομμύρια ευρώ (4.350 αγροτική ανάπτυξη)
-2005: 41.930 εκατομμύρια ευρώ (4.360 αγροτική ανάπτυξη)
-2006: 41.660 εκατομμύρια ευρώ (4.370 αγροτική ανάπτυξη)

Αν η ένταξη των πρώτων χωρών της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης πραγματοποιηθεί, κατά τα φαινόμενα, πριν από το 2006, θα πρέπει να αναθεωρηθούν οι δημοσιονομικές προοπτικές καθώς και τα ανώτατα όρια που ισχύουν αυτή τη στιγμή για τις άμεσες ενισχύσεις. Συνεπώς, θα καταστεί αναγκαία η τροποποίηση της τρέχουσας διοργανικής συμφωνίας. Για τον λόγο αυτό, είναι πιθανό, περί το έτος 2004, να πραγματοποιηθεί ευρεία συζήτηση σχετικά με τις δημοσιονομικές προοπτικές μετά το έτος 2006, όλα αυτά δε σε συνδυασμό με νέες θεμελιώδεις θεσμικές αλλαγές και με ενδεχόμενη νέα μεταρρύθμιση της κοινής γεωργικής πολιτικής.

Η συμφωνία του Βερολίνου δεν αποτελεί υποχρεωτικό αλλά ανώτατο όριο, με βάση το οποίο οι δημοσιονομικές αρχές μπορούν να προσδιορίσουν χαμηλότερες δαπάνες. Ο αγροτικός προϋπολογισμός είναι πολύ περισσότερο προβλέψιμος σήμερα από όσο ήταν πριν από τη μεταρρύθμιση, επειδή οι άμεσες ενισχύσεις αντιπροσωπεύουν τα 3/4 του συνολικού προϋπολογισμού της κοινής γεωργικής πολιτικής.


ΤΑ ΣΥΝΟΔΕΥΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ ΚΑΙ Η ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ

Τα λεγόμενα συνοδευτικά μέτρα σχεδιάστηκαν με τη μεταρρύθμιση του 1992. Πρόκειται για μέτρα που παρέχουν νέες προοπτικές για την αγροτική ανάπτυξη:

  • Η προστασία του περιβάλλοντος.
  • Η δυνατότητα πρόωρης συνταξιοδότησης των αγροτών.
  • Η αναδάσωση των γαιών.
  • Το Πρόγραμμα Δράσης 2000 προβλέπει επίσης αντισταθμιστικές ενισχύσεις για ορεινές και μειονεκτούσες περιοχές, με δράσεις αναδιάρθρωσης της παραγωγής.

Τα συνοδευτικά αυτά μέτρα αντισταθμίζουν το υψηλότατο κόστος παραγωγής που υφίστανται 1,2 εκατομμύρια γεωργικές εκμεταλλεύσεις, οι οποίες αντιπροσωπεύουν το 55% της γεωργικής δραστηριότητας στην Ένωση.

Όσον αφορά τη διαμόρφωση, από την 1η Ιανουαρίου του 2000, τα κράτη-μέλη μπορούν να μειώνουν το ύψος των άμεσων ενισχύσεων μέχρι 20% στις ακόλουθες περιπτώσεις:

  • Όταν το απασχολούμενο στη γεωργία εργατικό δυναμικό μειώνεται κάτω από τις τιμές που καθορίζουν οι εθνικές αρχές.
  • Όταν η ευρωστία της γεωργικής εκμετάλλευσης υπερβαίνει ορισμένα όρια.
  • Όταν το συνολικό ποσό των πληρωμών που έχουν αποφασιστεί στο πλαίσιο των καθεστώτων ενίσχυσης υπερβαίνει τα όρια που έχουν θεσπιστεί σε εθνικό επίπεδο.

    Με τις εξοικονομήσεις που θα πραγματοποιήσουν, τα κράτη-μέλη θα μπορέσουν να συμπληρώσουν τη χρηματοδότηση των αντισταθμιστικών μέτρων πρόωρης συνταξιοδότησης, των αγροτοπεριβαλλοντικών μέτρων, των μέτρων αναδάσωσης και των μέτρων αγροτικής ανάπτυξης.


    Η ΘΕΣΜΙΚΗ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ ΚΑΙ Η ΔΙΕΥΡΥΝΣΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

    Η ευρωπαϊκή γεωργική πολιτική υπόκειται αυτή τη στιγμή στην εσωτερική δυναμική της θεσμικής μεταρρύθμισης και της διεύρυνσης.

    Η κοινή γεωργική πολιτική εξακολουθεί να αποτελεί μία από τις λίγες ολοκληρωμένες μεγάλες τομεακές πολιτικές που παραμένουν εντός των διαχειριστικών αρμοδιοτήτων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Ωστόσο, πρόσφατα έγιναν απόπειρες ανακατανομής του γεωργικού προϋπολογισμού για εξυπηρέτηση άλλων σκοπών, γεγονός που προκάλεσε την ανησυχία του γεωργικού τομέα.

    Η τρέχουσα διακυβερνητική διάσκεψη, η οποία θα ολοκληρωθεί στη Νίκαια τον Δεκέμβριο του 2000, θα πρέπει να αντιμετωπίσει τα εξής σημαντικά θέματα πριν από τη διεύρυνση: το μέγεθος και τη σύνθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, τη διαβάθμιση των ψήφων στο εσωτερικό του Συμβουλίου και την πιθανή επέκταση της ειδικής πλειοψηφίας στο Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    Ιστορικά, η "μέθοδος Monet" είχε ως συνέπεια την ενσωμάτωση των διαφορετικών τομεακών πολιτικών στο εσωτερικό μίας ευρωπαϊκής "κυβέρνησης" υπό τη διεύθυνση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, με τη γεωργία ως πρωταρχικό τομέα.

    Εν όψει της διακυβερνητικής διάσκεψης και της συνόδου κορυφής της Νίκαιας, η ομάδα του ΕΛΚ-ΕΔ υποστηρίζει την αρχή της επέκτασης της συναπόφασης σε θέματα γεωργικής πολιτικής και, σε περίπτωση ψήφισης ενός νέου "ευρωπαϊκού συντάγματος" ή μίας νέας "συνθήκης-πλαισίου" για την Ευρωπαϊκή Ένωση, υπενθυμίζει τη σημασία της διατήρησης των βασικών αρχών της κοινής γεωργικής πολιτικής.

    Η διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης με την ένταξη των χωρών της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης θα έχει σημαντικές επιπτώσεις στην ευρωπαϊκή γεωργική πολιτική. Οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις σχετικά με τη γεωργία δρομολογήθηκαν τον Ιούνιο του 2000. Παράλληλα με τις ενταξιακές αυτές διαπραγματεύσεις, η Ευρωπαϊκή Ένωση διαπραγματεύτηκε σε διμερές επίπεδο με τις δέκα υποψήφιες χώρες εν όψει μιας προοδευτικής απελευθέρωσης του εμπορίου γεωργικών προϊόντων, με ένα διπλό θεμελιώδη στόχο: αφ' ενός τη διασφάλιση της ετοιμότητας των υποψηφίων χωρών να εισέλθουν στην κοινή αγορά από τη στιγμή της ένταξής τους, χωρίς να απαιτηθεί μεταβατική περίοδος για το εμπόριο, και αφ' ετέρου την κατά το μέγιστο δυνατό μείωση των αντισταθμίσεων που θα πρέπει να καταβληθούν στους εμπορικούς εταίρους στο πλαίσιο του ΠΟΕ κατά την ένταξη.

    Εφαρμόστηκε διαφοροποιημένη μεταχείριση για τα γεωργικά προϊόντα, αναλόγως της κατηγορίας στην οποία ανήκουν. Τα προϊόντα που υπάγονται σε κάποιο σύστημα στήριξης εκ μέρους της κοινής γεωργικής πολιτικής δεν περιλαμβάνονται συνήθως στο πρώτο αυτό στάδιο της απελευθέρωσης (δημητριακά, ζάχαρη, γάλα), επειδή θεωρείται ότι οι διαφορές είναι υπερβολικά μεγάλες ώστε να είναι δυνατή η ελεύθερη ανταλλαγή.

    Τα δυσκολότερα σημεία των διαπραγματεύσεων είναι: τα επίπεδα των ποσοστώσεων, οι επιφάνειες βάσης / αποδόσεις αναφοράς, τα φυτοϋγειονομικά και κτηνιατρικά ζητήματα και τα ζητήματα που αφορούν την καλή κατάσταση των ζώντων ζώων, καθώς και οι άμεσες ενισχύσεις που ζητούν όλες οι υποψήφιες χώρες.

    Μέχρι σήμερα, έχουν επιτευχθεί συμφωνίες με όλες τις υποψήφιες χώρες, εκτός από την Πολωνία, η οποία καθίσταται ειδική περίπτωση λόγω του μεγέθους της, της γεωργίας της και των καθυστερήσεων στη διαδικασία προετοιμασίας της. Οι συμφωνίες αυτές θα αποτελέσουν αντικείμενο συνεχών διαπραγματεύσεων μέχρι την ένταξη, ώστε να αρχίσει η προοδευτική απελευθέρωση του εμπορίου.

    Αν η ένταξη των πρώτων υποψηφίων χωρών πραγματοποιηθεί πριν από το 2007, η ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων σχετικά με τη γεωργία θα απαιτήσει τη λήψη οικονομικής απόφασης και την αναθεώρηση των δημοσιονομικών προοπτικών.


    Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΓΕΩΡΓΙΑ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΚΑΙ Ο ΠΟΕ

    Η ευρωπαϊκή γεωργική πολιτική δεν διαμορφώνεται μόνο από την εσωτερική δυναμική της θεσμικής αναθεώρησης και της διεύρυνσης, αλλά και από εξωτερικούς παράγοντες, όπως η παγκοσμιοποίηση, η απελευθέρωση και οι τεχνολογίες που συμβάλλουν στην αύξηση της παραγωγικότητας. 

    Για το λόγο αυτό, η θέση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο πλαίσιο του ΠΟΕ είναι πολύ λεπτή όσον αφορά την γεωργική πολιτική. Απόδειξη τούτου αποτελεί η αποτυχία του παγκόσμιου γύρου των διαπραγματεύσεων του ΠΟΕ στο Sheattle.

    Οι νέες διαπραγματεύσεις του ΠΟΕ για τη γεωργία άρχισαν τον Μάρτιο του 2000, στη βάση του άρθρου 20 της συμφωνίας του Μαρακές (γύρος Ουρουγουάης). Η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να προσδιορίσει τη διαπραγματευτική της θέση πριν από τον Μάρτιο του 2001.

    Οι ήδη εκπεφρασμένες θέσεις είναι κυρίως οι εξής: η θέση της ομάδας του Cairns (ανταγωνιστικότητα σε θέματα εξαγωγών), η θέση του Καναδά (πρόσβαση στις αγορές), η θέση της Ευρωπαϊκής Ένωσης (υποστήριξη του γαλάζιου ταμείου, των επιχορηγήσεων κατά την εξαγωγή, της ποιότητας των τροφίμων και της καλής κατάστασης των ζώντων ζώων), η θέση έντεκα αναπτυσσομένων χωρών (πράσινο ταμείο, ειδική μεταχείριση) και η θέση των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, που αποφάσισαν να συνταχθούν με τη θέση της ομάδας του Cairns όσον αφορά την αξίωση κατάργησης των εξαγωγικών επιδοτήσεων.

    Η Ευρωπαϊκή Ένωση επέκρινε τη θέση των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, που προτείνουν την κατανομή της εσωτερικής στήριξης σε δύο μόνο ταμεία: το πορτοκαλί ταμείο (ενισχύσεις αγοράς: εγγυημένες τιμές, παρεμβατικές πληρωμές και ενισχύσεις των εξαγωγών) και το πράσινο ταμείο (ενισχύσεις ανεξάρτητες από την παραγωγή: συνοδευτικά μέτρα και αποζημιώσεις για τις μειονεκτούσες περιοχές), γεγονός που συνεπάγεται την κατάργηση του γαλάζιου ταμείου (άμεσες ενισχύσεις της κοινής γεωργικής πολιτικής που αντισταθμίζουν την πτώση των εγγυημένων τιμών). Ωστόσο, δεν πρέπει να παραβλέπεται το γεγονός ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής κατέβαλαν 7.100 εκατομμύρια δολάρια σε άμεσες πληρωμές τον Ιούνιο του 2000, επιπλέον των 8.200 εκατομμυρίων δολαρίων, υπό τη μορφή ενίσχυσης της προστασίας των καλλιεργειών.

    Στο παρόν πλαίσιο έλλειψης συμφωνίας, η εμπορική γεωργική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης αναπτύσσεται με διμερείς συμβάσεις (Μεξικό, Χιλή κλπ).

    Οι διαπραγματεύσεις του ΠΟΕ θα πρέπει να συγκεκριμενοποιηθούν κατά το δεύτερο εξάμηνο του 2001 και να καταλήξουν σε συμφωνία στις αρχές του 2004.


    ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΓΕΩΡΓΙΚΟ ΜΟΝΤΕΛΟ ΚΑΙ Η ΠΟΛΥΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΟΤΗΤΑ

    Για τους Ευρωπαίους η γεωργία είναι κάτι πολύ περισσότερο από ένα σύστημα παραγωγής. Στο πλαίσιο της θέσης της Ευρώπης στον κόσμο και των διαπραγματεύσεων του ΠΟΕ, αναπτύχθηκε η συζήτηση σχετικά με το ευρωπαϊκό μοντέλο γεωργίας και τις πολλαπλές λειτουργίες της ευρωπαϊκής γεωργίας: λειτουργίες παραγωγής, αγροτικής ανάπτυξης, περιβαλλοντικές, κοινωνικές, διατήρησης του γεωργικού τοπίου και του γεωργικού πολιτισμού.

    Από τα ανωτέρω, προέκυψε η έννοια της πολυλειτουργικότητας, η οποία διατυπώθηκε στη διάρκεια του ευρωπαϊκού συμβουλίου για τη γεωργία που πραγματοποιήθηκε στο Λουξεμβούργο τον Νοέμβριο του 1997.

    Παρά την έντονη αντίθεση της ομάδας του Cairns στην πολυλειτουργικότητα, η έννοια αυτή αντιπροσωπεύει ένα είδος αειφόρου και βιώσιμης, με οικονομικούς όρους, γεωργίας. Ο όρος χρησιμοποιείται επίσης για να εκφράσει τους μη εμπορικούς προβληματισμούς ή τις μη οικονομικές πτυχές της γεωργίας, με ιδιαίτερη έμφαση στις οικογενειακές γεωργικές εκμεταλλεύσεις.


    Jorge Sαnchez Soutullo
    Δεκέμβριος 2000 in.gr
    Categories:

    Leave a Reply